- ετεροδημότης
- ο (θηλ. ετεροδημότις και ετεροδημότισσα, η)αυτός που δεν ανήκει στον δήμο όπου συνήθως διαμένει αλλά σε άλλον, αυτός που ασκεί τα εκλογικά του δικαιώματα σε άλλο δήμο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο-* + δημότης (< δήμος). Η λ. μαρτυρείται από το 1872 στον Στέφ. Α. Κουμανούδη].
Dictionary of Greek. 2013.